- βακτηριόλυση
- Η καταστροφή της μεμβράνης των βακτηριδίων, τα οποία έτσι βγαίνουν στο γύρω περιβάλλον, οπότε μειώνεται η θολότητα του αιωρήματος, δίνοντας την εντύπωση ότι οι μικροοργανισμοί διαλύθηκαν. Η β. είναι δυνατόν να προκληθεί τόσο από φυσικές και χημικές επιδράσεις, όσο και από βακτηριοφάγα, βακτηριολυσίνες και μερικά ένζυμα, όπως η λυσοζύμη.
Dictionary of Greek. 2013.